Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τον κόσμο κουβαλούν τη μνήμη των εποχών. Η λέξη "νόμος" δεν είναι ουδέτερη. Είναι φορτισμένη με θεολογικές, νομικές, φιλοσοφικές και πολιτισμικές προβολές. Ο νόμος σήμαινε κάποτε το θέλημα του θεού, την τάξη του σύμπαντος, την ηθική δομή της ύπαρξης. Ήταν το αμετάβλητο υπόβαθρο του κόσμου: ό,τι δεν αλλάζει, δεν διαπραγματεύεται, δεν σχετίζεται.
Αλλά η ίδια η φύση φαίνεται να λέει αλλιώς. Η φυσική, η χημεία, η βιολογία — επιστήμες του ορατού και του πειραματικού — δεν στηρίζονται πια σε απόλυτες σταθερές. Κάθε νόμος, όσο γενικός κι αν φαίνεται, ισχύει υπό συνθήκες. Υπάρχουν υλικά που θερμαινόμενα δεν διαστέλλονται αλλά συρρικνώνονται. Υπάρχουν φαινόμενα που αλλάζουν ανάλογα με το αν τα παρατηρούμε. Υπάρχουν συμπεριφορές που ξεφεύγουν από τη γραμμική αιτιότητα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η φύση παραβιάζει τον νόμο. Σημαίνει ότι ο νόμος δεν είναι ό,τι νομίζαμε.
Ο νόμος δεν είναι ουσία· είναι συνθήκη.
Η λέξη “νόμος” μεταφέρεται στην επιστήμη με φιλοσοφικό κύρος. Αλλά σε τελική ανάλυση, δεν είναι παρά μια κανονικότητα που περιγράφει τη συχνότερη έκβαση υπό ορισμένες συνθήκες. Δεν έχει οντολογικό κύρος — έχει περιγραφική λειτουργία.
Ο νόμος δεν λέει «τι είναι»· λέει «τι συμβαίνει συνήθως όταν κάνεις αυτό».
Συνεπώς, όταν αλλάζουμε τις συνθήκες, ο “νόμος” δεν καταρρέει — απλώς δείχνει την τοπικότητά του. Δεν υπάρχει ένας νόμος, αλλά πολλές τομές πραγματικότητας, κάθε μία από τις οποίες αποκαλύπτεται υπό συγκεκριμένη παρουσία.
Η παρουσία τροποποιεί τη μορφή του κόσμου
Η έννοια του νόμου, όπως φάνηκε στην κβαντική φυσική, εξαρτάται από τη θέση του παρατηρητή. Όχι επειδή “το αλλάζει με τη θέλησή του”, αλλά επειδή το φαινόμενο ως τέτοιο δεν είναι πλήρως προσδιορισμένο πριν την αλληλεπίδραση.
Αυτό μας καλεί να επανεξετάσουμε τη ρίζα της γνώσης:
– Μπορεί να υπάρχει νόμος δίχως υποκείμενο;
– Μπορεί να υπάρξει πραγματικότητα δίχως παρουσία;
Ίσως ο κόσμος δεν είναι ένα έτοιμο κείμενο που διαβάζουμε, αλλά ένα πεδίο που αποκτά μορφή καθώς στεκόμαστε μπροστά του. Τότε, ο “νόμος” δεν είναι η αλήθεια ενός συστήματος, αλλά η μορφή που αποκτά η αλήθεια μέσα στη συνάντηση.
Η φιλοσοφία το ήξερε ήδη· αλλά τώρα το δείχνει και η ύλη
Η σκέψη του Μερλώ-Ποντύ, του Χάιντεγκερ, και ακόμη παλαιότερα, του Ηράκλειτου ή των Πατέρων της Εκκλησίας, έχει ήδη φανερώσει ότι η αλήθεια δεν είναι αντικείμενο — αλλά συμβάν.
Η αλήθεια δεν είναι αυτό που βρίσκεται εκεί για να το ανακαλύψουμε, αλλά αυτό που γεννιέται όταν υπάρχω αληθινά μπροστά σε κάτι.
Και τώρα, η ίδια η φύση, σε ακραία πειράματα, μας το λέει με τον πιο υλικό τρόπο: “Δεν με γνωρίζεις αν δεν σταθείς. Και δεν στέκομαι πάντα το ίδιο.”
Προς έναν νέο ορισμό του νόμου
Αν θελήσουμε να μιλήσουμε αληθινά για νόμο στην εποχή μας, πρέπει να αφήσουμε πίσω τη φαντασίωση της σταθερής τάξης και να αγκαλιάσουμε τη διακινδύνευση της σχέσης.
Ο Νόμος δεν είναι η σταθερή αλήθεια που ισχύει χωρίς εμάς.
Είναι η μορφή που παίρνει η αλήθεια όταν το βλέμμα μας στέκεται — με ευθύνη, προσοχή και διάρκεια.
Ο Νόμος είναι πλέον μια σιωπηλή προσδοκία φανέρωσης: δεν προϋπάρχει.
Γίνεται, όταν ο κόσμος και εμείς συν-μορφωνόμαστε.
Η φύση δεν παραβιάζει τους νόμους της.
Απλώς δεν υπήρχαν ποτέ χωρίς εμάς.