12 Ιουλίου 2025

Η συγκατοίκηση ως θεολογική μορφή της ύπαρξης

Η λέξη συγκατοίκηση στην καθημερινότητα υποδηλώνει απλώς τη συνύπαρξη δύο ή περισσότερων ανθρώπων σε έναν χώρο. Θεωρείται μια πρακτική ανάγκη ή μια οικονομική λύση. Στον θεολογικό όμως λόγο, η συγκατοίκηση δεν είναι καταλύτης συμφέροντος· είναι αποκάλυψη σχέσης. Δηλώνει έναν τόπο όπου το «εγώ» δεν χάνεται μέσα στο «εμείς», αλλά γεννιέται μέσα από αυτό.

Η ύπαρξη, όπως την εννοεί η πατερική θεολογία, δεν είναι ατομικότητα — είναι τρόπος σχέσης. Το «καθ’ ομοίωσιν» δεν είναι μια εσωτερική αρετή, αλλά η δυνατότητα να ζεις με τον άλλον χωρίς να απωθείσαι από τη διαφορά του. Ο Θεός συγκατοικεί με τον άνθρωπο όχι επειδή τον ανέχεται, αλλά επειδή η ίδια η ουσία της Θεότητας είναι σχέση — Πατήρ, Υιός και Πνεύμα εν Τριάδι.

Όταν συγκατοικείς με τον άλλον, εντάσσεσαι σε ένα μυστήριο αποδοχής. Δεν επιβάλλεσαι. Δεν καταργείς τη δική σου ταυτότητα. Μετέχεις. Και εδώ αποκαλύπτεται το νόημα της συγκατοίκησης ως θεολογικής μορφής της ύπαρξης: η συγκατοίκηση είναι μορφή ενανθρώπισης. Είναι να μην κατοικείς απλώς τον κόσμο, αλλά να συνκατοικείς με τον άλλον αυτόν τον κόσμο — όπως ο Χριστός που δεν στάθηκε έξωθεν, αλλά εντός του χώρου και του χρόνου του ανθρώπου.

Η επιστήμη της φυσικής μας μαθαίνει πως δύο σώματα στον ίδιο χώρο αλληλεπιδρούν με βαρυτικά πεδία — ακόμη κι αν δεν αγγίζονται. Στη θεολογία, η συγκατοίκηση είναι η βαρύτητα της σχέσης, η έλξη που δεν είναι μηχανική αλλά πνευματική: δεν τραβάς τον άλλον κοντά σου με όρους δύναμης, αλλά με όρους παρουσίας. Τον χωράς.

Η ενσώματη ύπαρξη τότε αποκτά πνευματικότητα: όχι με την έννοια του εξαγνισμού ή της απογύμνωσης, αλλά με τη φωτεινότητα της σάρκας που δέχεται τον άλλον ως ιερό εαυτό. Κάθε συγκατοίκηση —όχι μόνο σε σπίτια αλλά και στο βλέμμα, στην αγκαλιά, στην προσευχή, στη συγκατάθεση, στο άγγιγμα, στη σιωπή— είναι μια μορφή θείας συγκατάβασης. Δεν κατοικεί απλώς ο Θεός με τον άνθρωπο· κατοικεί ο ένας διά του άλλου, εν τω πληρώματι της παρουσίας.

Και σε αυτό βρίσκεται το θεμέλιο της οντολογικής συγκατοίκησης: δεν είμαστε απλώς μαζί με τον άλλον· είμαστε υπάρξεις που δεν υπάρχουμε χωρίς τον άλλον.