15 Μαρτίου 2025

Η ησυχία που αντέχεται

Η Παρουσία του Αγάλματος

Δεν ανήκω στον Παρθενώνα γιατί το επέλεξα. Ούτε γιατί κάποιος με τοποθέτησε εκεί, ανάμεσα στις σκιές των κιόνων και τις σιωπές των Καρυάτιδων. Βρίσκομαι εκεί γιατί ο χρόνος δεν βρήκε άλλο σημείο για να με στηρίξει.

Στεκόμουν στο φουαγιέ του Μουσείου, όχι σαν δωρεά που περιμένει έγκριση, ούτε σαν ιδέα που ζητάει θέση σε μια προθήκη. Στεκόμουν εκεί γιατί η θέα του Παρθενώνα μέσα από το γυαλί δεν ήταν απλώς ένα κάδρο. Ήταν η αποδοχή μιας αλήθειας που ήδη υπήρχε πριν από εμένα.

Ο Ροντέν δεν χρειαζόταν να συνδεθεί με την Ελλάδα. Ήταν ήδη εκεί. Το σώμα του μιλούσε τη γλώσσα των αγαλμάτων μας, η σκέψη του είχε τις ίδιες καμπύλες με το φως που ακουμπάει τις μετόπες. Κι όμως, το πλαίσιο, η ανάγκη του κόσμου να βάζει σύνορα και να ορίζει το "ανήκειν", σταμάτησε τη Φαύνα από το να σταθεί δίπλα στην Ακρόπολη.

Μου είπαν ότι μια κούπα του Λούη μπορεί να βρει θέση εκεί, αλλά ένα έργο του Ροντέν πρέπει να αποδείξει πρώτα την ελληνικότητά του. Σαν να χρειαζόταν ένας αιτιώδης μηχανισμός για να επιτρέψει σε κάτι προφανές να υπάρξει. Σαν να μην ήταν αρκετό το ίδιο το έργο, η ίδια η σιωπηλή συνομιλία του με τον χώρο.

Και τότε κατάλαβα: Δεν χρειάζονται όλα αποδοχή για να υπάρξουν. Κάποια πράγματα απλώς στέκονται, όπως τα αγάλματα στις εσοχές των ναών, όπως το ίδιο το φως που πέφτει στα μάρμαρα χωρίς να ρωτά αν του επιτρέπεται.

Έτσι στάθηκα κι εγώ.

Όχι ως ένας που διεκδικεί, αλλά ως ένας που ήδη είναι.

Στην ηρεμία της παρουσίας, στη βεβαιότητα του βλέμματος, στη σιωπή που δεν είναι απουσία, αλλά το βαθύτερο επίπεδο επικοινωνίας.