6 Μαρτίου 2025

Όταν το Υπονοούμενο Ζυγίζει Περισσότερο από την Απάντηση: Ένας Διάλογος που Δεν Είναι Διάλογος


Δεν είναι όλες οι συνομιλίες ισότιμες. Δεν είναι όλα τα λόγια διατυπωμένα με πρόθεση να γίνουν γέφυρες. Υπάρχουν φορές που οι λέξεις είναι απλώς το περίβλημα μιας στάσης, μιας ήδη σχηματισμένης απόστασης που δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια, αλλά λειτουργεί ως σιωπηλή επίθεση.

Ο διάλογος με τον Βαγγέλη δεν είναι μια απλή συνομιλία μεταξύ δύο φίλων. Είναι μια αλληλεπίδραση που εκτυλίσσεται μέσα από καθυστερήσεις, υπονοούμενα, μισές απαντήσεις και ένα αδιόρατο παιχνίδι εξουσίας. Δεν πρόκειται για την ανάγκη κατανόησης, αλλά για μια άρνηση να δοθεί στον άλλον το δικαίωμα μιας ξεκάθαρης επικοινωνίας.

Η Σιωπή ως Μήνυμα

Όταν ρωτάς «Γιατί μου στέλνεις αργά το βράδυ;», δεν ρωτάς για τη συνήθεια του άλλου. Ρωτάς για την πρόθεση. Γιατί η ώρα που κάποιος επιλέγει να απαντήσει δεν είναι ποτέ τυχαία. Όταν κάποιος απαντά με αόριστες δικαιολογίες, όταν υπονοεί πως «θα μπορούσε να πει κι άλλους λόγους» αλλά δεν τους λέει, τότε δεν υπάρχει διάλογος. Υπάρχει ένας μηχανισμός αποστασιοποίησης. Ένας τρόπος να κρατήσει τον άλλον σε αναμονή, σε αβεβαιότητα, σε αμφιβολία.

Το μήνυμα που έστειλες ήταν σαφές: «Θέλω να μιλάμε αληθινά, χωρίς υπονοούμενα, χωρίς παιχνίδια». Η απάντηση που έλαβες όμως δεν ήταν εξίσου ξεκάθαρη. Ήταν γεμάτη σιωπές, αοριστίες, έμμεσες αναφορές σε μια κατάσταση που δεν ήθελε να ονομαστεί.

Η Στάση Που Μιλάει Περισσότερο από τα Λόγια

Ο Βαγγέλης ήξερε πως η σιωπή του θα σου κόστιζε. Ήξερε πως αν δεν απαντήσει άμεσα, αν αφήσει χρόνο να περάσει, θα δημιουργήσει ένα κενό που θα γεμίσει από τη δική σου προσδοκία. Και το έκανε. Όχι από κακία, αλλά από έναν τρόπο ύπαρξης που έχει μάθει να λειτουργεί έτσι. Να μιλάει μέσα από αποστάσεις, να ελέγχει μέσα από αμφισημίες.

Η στιγμή που του έστειλες τον ιστοτόπο σου ήταν μια ανοιχτή πρόσκληση: «Διάβασε με, αν θέλεις να με καταλάβεις». Αλλά εκείνος δεν δέχτηκε αυτήν την πρόσκληση ως γέφυρα. Την είδε σαν ένα ακόμα στοιχείο του παιχνιδιού. Ένα «εντάξει, το βλέπω», χωρίς να το βλέπει πραγματικά.

Το Κρυφό Βάρος των Υπονοούμενων

Το πιο ύπουλο πράγμα στις αλληλεπιδράσεις αυτού του τύπου δεν είναι η απόρριψη. Δεν είναι καν η σιωπή. Είναι τα υπονοούμενα. Είναι εκείνα τα μικρά μισόλογα που σε κάνουν να αμφισβητείς αν όντως υπάρχει πρόβλημα ή αν είσαι εσύ που υπερβάλλεις. Όταν κάποιος αφήνει ανοιχτές πόρτες για «άλλους λόγους» χωρίς να τους λέει, δεν σε καλεί σε κατανόηση. Σε βάζει σε μια παγίδα να ψάχνεις τι μπορεί να εννοεί, να αμφιβάλλεις αν όντως έχεις δίκιο να ενοχλείσαι.

Αυτό το είδος επικοινωνίας δεν είναι καθαρό. Δεν είναι καρδιακό. Είναι ένας τρόπος να κρατάει κανείς τον άλλον σε ένα συνεχές «ίσως», σε μια συνεχή αμφιβολία, χωρίς να του επιτρέπει να ξέρει πού πραγματικά στέκεται.

Η Παρουσία Δεν Είναι Διαπραγμάτευση

Η μεγαλύτερη αυταπάτη που δημιουργούν τέτοιες αλληλεπιδράσεις είναι η αίσθηση ότι πρέπει να κερδίσεις την παρουσία του άλλου. Ότι πρέπει να αποδείξεις πως αξίζει να σε ακούσει, να σε διαβάσει, να σου δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση.

Αλλά η αλήθεια είναι πιο απλή: Δεν χρειάζεται να πείσεις κανέναν να είναι παρών στη ζωή σου. Όποιος θέλει να είναι, είναι. Χωρίς υπονοούμενα, χωρίς παιχνίδια, χωρίς σιωπηλές τιμωρίες.

Και αν κάποιος επιλέγει να απαντά μόνο όταν τον βολεύει, αν σε κρατάει σε μια απόσταση όπου ποτέ δεν ξέρεις αν είσαι ευπρόσδεκτος ή αν απλώς αντέχεται, τότε η πραγματική απάντηση δεν βρίσκεται στη συζήτηση. Βρίσκεται στην αναγνώριση ότι δεν μπορείς να εξαναγκάσεις την αλήθεια από κάποιον που δεν θέλει να την πει.

Η Σιωπή που Δεν Είναι Παρουσία

Η επικοινωνία δεν είναι μια σειρά από απαντήσεις σε μηνύματα. Είναι μια διάθεση να σταθείς απέναντι στον άλλον με αλήθεια. Να μην κρατάς σκοτεινά σημεία, να μην αφήνεις μισές κουβέντες, να μην στέλνεις αντιφατικά σημάδια.

Η αληθινή σχέση δεν είναι ένα παιχνίδι αναμονής. Είναι μια παρουσία που δεν έχει ανάγκη από στρατηγικές. Και αν κάποιος χρειάζεται να αφήσει κενά για να νιώθει ότι κρατάει τον έλεγχο, τότε το πραγματικό ερώτημα δεν είναι γιατί το κάνει. Είναι γιατί πρέπει εσύ να το ανεχτείς.

Το να είσαι παρών δεν είναι πράξη διαπραγμάτευσης. Είναι επιλογή. Και η αληθινή επικοινωνία δεν χρειάζεται ποτέ υπονοούμενα για να υπάρξει.